Φοίβος Πιομπίνος

Γλωσσικά τινα (ΡΛΗ’): τα συνώνυμα του ρήματος «μπαίνω»

today1 Ιανουαρίου, 2014

Background
share close

Το ρήμα μπαίνω  (από το αρχαίο εμβαίνω) είναι  το γενικό ρήμα που χρησιμοποιείται σήμερα με τη σημασία του «περνώ την είσοδο κλειστού χώρου, κινούμαι από εξωτερικό χώρο, ώστε να βρεθώ σ’ έναν εσωτερικό χώρο» (π.χ. μπαίνω στο γραφείο μου / μπαίνει στο σπίτι της).

Λογιότερη είναι η  χρήση του ρήματος εισέρχομαι (π.χ. η χώρα εισήλθε σε περίοδο λιτότητας / ο πρωθυπουργός εισέρχεται στο προεδρικό μέγαρο).

Το ρήμα εισβάλλω σημαίνει «μπαίνω βίαια, με ορμή, σε κάποιο χώρο, παρά τη θέληση των κατεχόντων το χώρο» (π.χ. οι Ιταλοί προσπάθησαν να εισβάλουν στην Ελλάδα από την Αλβανία / οι εξαγριωμένοι οπαδοί του Ολυμπιακού εισέβαλαν με άγριες διαθέσεις στον αγωνιστικό χώρο).

Η σημασιολογική απόχρωση του «κρυφά» υποδηλώνεται στη χρήση των ρημάτων εισχωρώ (π.χ. οι εχθροί εισχώρησαν στην ενδοχώρα) και εισδύω (π.χ. η αστυνομία κατάφερε να εισδύσει στο κρησφύγετο των τρομοκρατών) και ακόμα περισσότερο του ρήματος διεισδύω. ΄Ομως το ρήμα διεισδύω όπως καί το απλό εισδύω έχουν και καλή σημασία, τη σημασία του «εμβαθύνω», του «προχωρώ εις βάθος» (π.χ. έχει την ικανότητα να εισδύει / διεισδύει στην καρδιά ενός προβλήματος και να το επιλύει), εξ ου και το επίθετο διεισδυτικός.

Η έννοια του να μπαίνω κρυφά, λαθραία κάπου, χωρίς να γίνομαι αντιληπτός τονίζεται περισσότερο με τα καθημερινής χρήσεως ρήματα χώνομαι (π.χ. η αλεπού χώθηκε στο κοτέτσι από ένα άνοιγμα στο φράχτη) και τρυπώνω (π.χ. ο κλέφτης τρύπωσε απ’ τη μπαλκονόπορτα στο άδειο διαμέρισμα απ’ όσο με το λογιότερο ρήμα υπεισέρχομαι.

 

Φοίβος Ι. Πιομπίνος     piombinos blogspot.com

Συντάκτης: Φοίβος Πιομπίνος

Rate it

Σχολιάστε το άρθρο (0)

Αφήστε το σχόλιό σας

Το email σας δεν θα δημοσιευθεί. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *


[wpens_easy_newsletter firstname="no" lastname="no" button_text="Εγγραφή"]

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

0%