Στέλιος Νικολαΐδης

Ο συμβολισμός της 25ης Mαρτίου και τα έθιμα της εορτής του Ευαγγελισμού

today30 Μαρτίου, 2022

Background

Ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου είναι η μόνη από τις πέντε μεγάλες θεομητορικές εορτές, η οποία βασίζεται στην Καινή Διαθήκη. Ωστόσο, δε γνωρίζουμε πότε ακριβώς άρχισε να εορτάζεται. Η εορτή εμφανίζεται στη Συρία, την Μ. Ασία, αλλά και την Κωνσταντινούπολη πριν το 431.

Το 560 ο Ιουστιανιανός ο Α’ πρόβαλε την 25η Μαρτίου ως την κατάλληλη ημέρα για τον εορτασμό του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου. Πληθώρα διαφορετικών λόγων οδήγησαν στη συγκεκριμένη καθιέρωση.

Καταρχάς, η ημέρα της συλλήψεως του Ιωάννη του Προδρόμου, δηλαδή η 24η Σεπτεμβρίου, συνέπιπτε με την φθινοπωρινή ισημερία, δεδομένου ότι την ήμερα αυτή, κατά την οποία οι Εβραίοι εόρταζαν την εορτή του Εξιλασμού, δέχθηκε ο Ζαχαρίας από τον αρχάγγελο Γαβριήλ το μήνυμα ότι θα αποκτήσει υιό.

Επομένως, εφόσον κατά το ευαγγέλιο (Λκ.1,26) ο Ευαγγελισμός έγινε έξι μήνες αργότερα, η ημερομηνία αυτή συνέπιπτε με την εαρινή ισημερία, δηλαδή στις 25 Μαρτίου, και η Γέννηση του Χριστού καθορίστηκε εννέα μήνες μετά, δηλαδή στις 25 Δεκεμβρίου, στο χειμερινό ηλιοστάσιο.

Επίσης, είχε επικρατήσει η άποψη ότι ο θάνατος του Χριστού συνέβη στις 25 Μαρτίου και επειδή ο Κύριος, ως τέλειος κατά πάντα άνθρωπος, «έσχεν επίγειον βίον καθοριζόμενον από ακριβή αριθμόν ετών», έπρεπε να είχε συλληφθεί την ήμερα του σταυρικού θανάτου του.

Επιπροσθέτως, η 25 Μαρτίου πίστευαν ότι ήταν η πρώτη ημέρα του κόσμου και ως εκ τούτου θα έπρεπε να είναι και η ήμερα της Γεννήσεώς του.

Η χαρμόσυνη εορτή του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου εορτάζεται μέσα στη Μ. Τεσσαρακοστή, περίοδο πένθους, κατά την οποία απαγορεύεται η τέλεση εορτών και πανηγύρεων.

Με τον 52ο κανόνα της Πενθέκτης Οικουμενικής Συνόδου επιτράπηκε ως εξαίρεση η εορτή του Ευαγγελισμού κατά την οποία τελείται η θεία λειτουργία του Αγ. Ιωάννου του Χρυσοστόμου και όχι η λειτουργία των Προηγιασμένων Δώρων.

Τα έθιμα

Στην Κωνσταντινούπολη, κατά το έθιμο, την ήμερα του Ευαγγελισμού ο αυτοκράτορας με πομπή από την Αγία Σοφία πήγαινε στην εκκλησία του Αγίου Κωνσταντίνου εν τω Φόρω και από εκεί κατέληγε στο ναό της Θεοτόκου των Χαλκοπρατείων, όπου γινόταν μεγαλοπρεπής εορτασμός.

Στην ελληνική λαογραφική παράδοση τα έθιμα που σχετίζονται με την εορτή του Ευαγγελισμού βασίζονται στην αντίληψη ότι με την εορτή αύτη αρχίζει η άνοιξη και επιστρέφουν τα χελιδόνια. Γι’ αυτό τα παιδιά βγάζουν από το χέρι τους τον «Μάρτη» και τον αφήνουν στα δέντρα να τον πάρουν τα χελιδόνια.

Σε πολλά μέρη υποδέχονται την 25η Μαρτίου με τραγούδια και με κωδωνισμούς επιδιώκουν να εκδιώξουν τα ερπετά. Οι νοικοκυρές δεν κάνουν δουλειές στο σπίτι ή ζυμώνουν μικρές πίτες και βάζουν σε μια απ’ αυτές ένα νόμισμα, για να το βρει ο τυχερός, όπως στην Πρωτοχρονιά.

Οι μελισσοτρόφοι πρωτοβγάζουν τις κυψέλες στο ύπαιθρο, οι κτηνοτρόφοι μετακινούν τα κοπάδια τους από τα χειμαδιά στα ορεινά μέρη, ενώ οι Σαρακατσάνοι «αρματώνουν» τα κοπάδια τους με τα κυπροκούδουνα.

Ως έθιμο για τον εορτασμό της 25ης Μαρτίου καθιερώθηκε και ο μπακαλιάρος με σκορδαλιά. Κατά τη διάρκεια της Σαρακοστής, η Εκκλησία επέτρεπε στους πιστούς να φάνε ψάρι μόνο δύο φορές, του Ευαγγελισμού και την Κυριακή των Βαΐων.

Ανάλυση από του συμβολισμού της εικόνας του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου και αποκωδικοποίηση των βαθύτερων νοημάτων της.

Α) Ο αρχάγγελος Γαβριήλ

Στην εικόνα του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου ο αρχάγγελος Γαβριήλ, ο «πρωτοστάτης άγγελος», ο αγγελιοφόρος του Θεού, φέρνει στην αγνή κόρη της Ναζαρέτ το χαρμόσυνο μήνυμα. Η στάση του σώματός του, εκφράζει την χαρά που έφερε το άγγελμά του.

Παρόλο που ο αρχάγγελος βρίσκεται στο έδαφος, παρουσιάζεται με ορμή κίνησης, όπως άλλωστε μαρτυρεί το άνοιγμα των ποδιών του. Στον Ευαγγελισμό της Μονής Δαφνίου η στάση του αγγέλου δίνει με αριστουργηματικό τρόπο την εντύπωση πως η πτήση του δεν έχει τελειώσει, καθώς μιλάει στη Θεοτόκο. Ο Γαβριήλ με το αριστερό του χέρι κρατεί σκήπτρο, που συμβολίζει τον αγγελιοφόρο και όχι κρίνο, όπως μάς έχει συνηθίσει η δυτική ζωγραφική. Το δεξί του χέρι απλώνεται με βίαιη κίνηση προς τη Θεοτόκο σε σχήμα ομιλίας. Βοά σ’ αυτήν κατά το γνωστό τροπάριο «ποιον σοι εγκώμιον προσαγάγω επάξιον; τι δε ονομάσω σε; απορώ και εξίσταμαι. Διο, ως προσετάγην (=διατάχτηκα), βοώ σοι, Χαίρε η Κεχαριτωμένη».

Β) Η Θεοτόκος

Η Μητέρα του Θεού είναι η «κεχαριτωμένη», η ευλογημένη μεταξύ των γυναικών. Η βυζαντινή εικόνα του Ευαγγελισμού την παρουσιάζει άλλοτε να κάθεται στο θρόνο της και άλλοτε όρθια. Στην περίπτωση που η Θεοτόκος εικονίζεται καθισμένη, η εικόνα υπογραμμίζει την υπεροχή της απέναντι στον αρχάγγελο. Στην Εκκλησία μας υμνούμε, ως γνωστό, την Θεοτόκο ως «την τιμιωτέραν των Χερουβίμ και ενδοξοτέραν ασυγκρίτως των Σεραφίμ» (των αγγελικών δηλαδή ταγμάτων). Εδώ ο αγιογράφος είναι και συνεπής στο απόκρυφο κείμενο.

Το Πρωτοευαγγέλιο του Ιακώβου γράφει πως η Παναγία «πήρε την πορφύρα, κάθισε στο θρόνο της και την έγνεθε. Και κείνη τη στιγμή στάθηκε μπροστά της ένας άγγελος». Σ’ άλλες εικόνες η Θεοτόκος είναι όρθια. Με την στάση αυτή ακούει, κατά κάποιο τρόπο, καλύτερα το θείο μήνυμα. Στην περίπτωση της Θεοτόκου αξίζει να μελετηθούν κυρίως τα αισθήματά της και οι σκέψεις της, ο ψυχικός της γενικά κόσμος την ώρα του Ευαγγελισμού.

Η εμφάνιση, πρώτα, του αρχαγγέλου και ο χαιρετισμός του, τάραξαν την Θεοτόκο. Το αδράχτι με το νήμα που σύμφωνα με την παράδοση (Πρωτοευαγγέλιο του Ιακώβου) κρατούσε στο χέρι της, έπεσε από τον φόβο της. Βυθίστηκε σε σκέψεις. Σκεπτόταν την σημασία του αγγελικού χαιρετισμού. Δεν αμφιβάλλει, δεν απιστεί στη διαβεβαίωση του αρχαγγέλου ότι θα γίνει Μητέρα του Θεού, μόνο με φρόνηση ρωτάει «Πώς έσται μοι τούτο, επεί άνδρα ου γινώσκω;». Εδώ η Θεοτόκος διαφέρει από την Εύα. Εκείνη παρασύρθηκε από τον εγωισμό της και δέχτηκε ανεξέταστα όσα ο σατανάς της πρότεινε. Η Θεοτόκος, αντίθετα, στολισμένη με ταπεινοφροσύνη και υπακοή στο θέλημα του Θεού, ζητάει να μάθει με πιο τρόπο θα πραγματοποιηθούν τα λόγια του αγγελιοφόρου του Θεού. Όταν όμως ο αρχάγγελος την διαβεβαίωσε πως όλα θα γίνονταν με την χάρη του Αγίου Πνεύματος και την δύναμη του Θεού (το μαρτυρούν το τμήμα του κύκλου και οι ακτίνες που εκπέμπονται από αυτό στο πάνω μέρος της εικόνας), εκείνη ολόψυχα και ανεπιφύλακτα συγκατατέθηκε. «Ιδού η δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι κατά το ρήμα σου».

Στο δοξαστικό των αποστίχων του εσπερινού της εορτής, η Εκκλησία μας δίκαια ψάλλει: «Άγγελος λειτουργεί τω θαύματι, παρθενική γαστήρ τον Υιόν υποδέχεται Πνεύμα Άγιον καταπέμπεται, Πατήρ άνωθεν ειδοκεί και το συνάλλαγμα (=συμφωνία) κατά κοινήν πραγματεύεται βούληση, την επιθυμία, τη συμφωνία μεταξύ του Θεού και της Παρθένου, Πλάστη και πλάσματος, γιατί «η σάρκωσις του Λόγου ήτο έργον όχι μόνον του Πατρός και της Δυνάμεώς Του και του Πνεύματος… αλλά και της θελήσεως και της πίστεως της Παρθένου» (άγιος Νικόλαος Καβάσιλας, «Η Θεομήτωρ», σ. 134).

Η αμηχανία και η φρόνηση της Θεοτόκου, που με υπέροχους διαλόγους παρουσιάζουν τα τροπάρια της εορτής του Ευαγγελισμού, εκφράζονται σ’ άλλες εικόνες με την ανοιχτή παλάμη του δεξιού της χεριού. Η χειρονομία αυτή της απορίας είναι σαν να λέει «Γάμου υπάρχω αμύητος, πως ουν παίδα τέξομαι;» (β’ στιχηρό του εσπερινού).

Άλλες εικόνες του Ευαγγελισμού μάς τονίζουν την συγκατάθεση της Θεοτόκου στα λόγια του αρχαγγέλου. Η Μητέρα του Θεού εικονίζεται με σκυμμένο το κεφάλι  έχοντας το δεξί της χέρι πάνω στο στήθος της, ή να βγαίνει από το μαφόριό της. αυτά μάς θυμίζουν το «ιδού η δούλη Κυρίου…». Ο αγιογράφος συνδυάζει στη στάση της Θεοτόκου την αμηχανία με την συγκατάθεση. Παρουσιάζει την Θεοτόκο με σκυμμένο το κεφάλι και βυθισμένη στις σκέψεις της.

Ο πιστός, καθώς ατενίζει και μελετά και προσκυνεί την εικόνα του Ευαγγελισμού, γεμάτος από χαρά και ευγνωμοσύνη σιγοψάλλει: «Άξιον εστίν, ως αληθώς, μακαρίζειν σε την Θεοτόκον, την αειμακάριστον και παναμώμητον και μητέρα του Θεού ημών».

Από το βιβλίο του Χρήστου Γκότση «Ο Μυστικός Κόσμος των Βυζαντινών Εικόνων»

Συντάκτης: Στέλιος Νικολαΐδης

Σχολιάστε το άρθρο (0)

Αφήστε το σχόλιό σας

Το email σας δεν θα δημοσιευθεί. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *


[wpens_easy_newsletter firstname="no" lastname="no" button_text="Εγγραφή"]

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

0%