Γλωσσικά τινα (99): τα συνώνυμα του ρήματος «λυπάμαι»
Το λυπάμαι ως αμετάβατο ρήμα σημαίνει «αισθάνομαι λύπη για κάποιον/κάτι», ενώ ως μεταβατικό ρήμα που χρησιμοποιείται ιδίως σε επικλήσεις/παρακλήσεις του τύπου λυπήσου με / λυπηθείτε μας / τον λυπήθηκα πολύ σημαίνει «συμπαρίσταμαι σε κάποιον από λύπη με τη διάθεση να ανακουφίσω τον πόνο του». Με τη μεταβατική σημασία του ρήματος λυπάμαι χρησιμοποιούνται και τα ρήματα σπλαχνίζομαι (π.χ. τον σπλαχνίστηκε ο δικαστής) και σπανιότερα η λόγια μορφή του ευσπλαχνίζομαι, δηλαδή δηλώνουν […]