Κείμενα

Ορθογραφικά (ΙΗ’): τα ομόηχα ρήματα «κλείνω» και «κλίνω»

today2 Αυγούστου, 2013

Background

Το ρήμα κλείνω προέρχεται από το αρχαίο κλείω. ΄Οπως συμβαίνει και με άλλα ρήματα (λ.χ. δίνω – δίδω, λύνω – λύω, στέλνω – στέλλω κ.λπ.), τα περισσότερα σύνθετα διατηρούν τον αρχικό τύπο του ρήματος (λ.χ. καταδίδω αντί του καταδίνω, παραλύω αντί του παραλύνω, καταστέλλω αντί του καταστέλνω), έτσι και επί του προκειμένου, το κλείω εμφανίζεται στα σύνθετα (λ.χ. απο-κλείω, εγ-κλείω, εμ-περι-κλείω, περι-κλείω, εσω-κλείω), και όχι στον νεότερο τύπο κλείνω, από τον οποίο έχουμε μόνο το νεότερο ρήμα ανοιγοκλείνω.
Το ρήμα κλίνω σημαίνει: 1. έχω κλίση, γέρνω προς κάποια κατεύθυνση (π.χ. συνηθίζει να βαδίζει κλίνοντας το κεφάλι του πρός τα δεξιά) 2. εμφανίζω ροπή, τάση προς κάτι (π.χ.
οι πολιτικές του απόψεις κλίνουν πρός τον νεοφιλελευθερισμό) 3. ΓΛΩΣΣ. σχηματίζω γραμματικούς τύπους ενός κλιτού μέρους του λόγου (π.χ. κλίνω ένα ρήμα στον υπερσυντέλικο).

Φοίβος Ι. Πιομπίνος  piombinos.blogspot.gr

Συντάκτης: Φοίβος Πιομπίνος

Σχολιάστε το άρθρο (0)

Αφήστε το σχόλιό σας

Το email σας δεν θα δημοσιευθεί. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *


[wpens_easy_newsletter firstname="no" lastname="no" button_text="Εγγραφή"]

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

0%