NGradio So good... like you
Το ρήμα κατατρέχω σημαίνει:
1) τρέχω προς τα κάτω, σπεύδω
2) επί ναυτών και εμπόρων αποβιβάζομαι εν σπουδή, προσορμίζομαι
3) συνεκδοχικώς καταδυναστεύω, καταπιέζω (π.χ. οι συνάδελφοί του τον κατατρέχουν φανερά ή κρυφά)
4) ονειδίζω, κατηγορώ
5) (ΝΕΟΕΛΛ.) διάκειμαι δυσμενώς, εχθρικά απέναντι σε κάποιον, ενεργώ κατά τινος, προσπαθώ να τον βλάψω, τον καταδιώκω (π.χ. τον κατατρέχει η αδικία / από μικρό παιδί τον κατέτρεχε η ατυχία)
6) λεηλατώ, καταστρέφω
Παράγωγο του ρήματος κατατρέχω είναι ο κατατρεγμός (π.χ. στα χρόνια της Τουρκοκρατίας οι κατατρεγμοί δεν έκαμψαν το ηθικό των υπόδουλων Ελλήνων / ασύλληπτος υπήρξε το 1922 ο κατατρεγμός των Ελλήνων της Μικρασίας) και η μετοχή κατατρεγμένος, το οποίο έχει και την ειδικότερη σημασία του «άτυχου», του «κυνηγημένου» από τη μοίρα (π.χ οι κατατρεγμένοι Μικρασιάτες κατέφυγαν με την ψυχή στο στόμα στην ελεύθερη Ελλάδα / είναι φτωχός και κατατρεγμένος άνθρωπος)
7) επέρχομαι κατά τινος
Το ρήμα κατατρύχω σημαίνει καταπονώ, καταβασανίζω (π.χ. τον κατατρύχουν συνεχώς οι συμφορές / η ανέχεια κατατρύχει τους ανέργους / κατατρύχεται από το πάθος της εκδίκησης).
Φοίβος Ι. Πιομπίνος piombinos.com
Συντάκτης: New Generation Radio
Εκπομπή λόγου και τέχνης με την Μαρία Παπαϊωάννου
close
Σάββατο & Κυριακή
17:00 - 19:00
Κάθε Σάββατο
19:00 - 20:00
Κάθε Κυριακή
13:00 - 14:00
Κάθε Κυριακή
14:00 - 15:00
Σάββατο & Κυριακή
17:00 - 19:00
1) τρέχω προς τα κάτω, σπεύδω
2) επί ναυτών και εμπόρων αποβιβάζομαι εν σπουδή, προσορμίζομαι
3) συνεκδοχικώς καταδυναστεύω, καταπιέζω (π.χ. οι συνάδελφοί του τον κατατρέχουν φανερά ή κρυφά)
4) ονειδίζω, κατηγορώ
5) (ΝΕΟΕΛΛ.) διάκειμαι δυσμενώς, εχθρικά απέναντι σε κάποιον, ενεργώ κατά τινος, προσπαθώ να τον βλάψω, τον καταδιώκω (π.χ. τον κατατρέχει η αδικία / από μικρό παιδί τον κατέτρεχε η ατυχία)
6) λεηλατώ, καταστρέφω
Παράγωγο του ρήματος κατατρέχω είναι ο κατατρεγμός (π.χ. στα χρόνια της Τουρκοκρατίας οι κατατρεγμοί δεν έκαμψαν το ηθικό των υπόδουλων Ελλήνων / ασύλληπτος υπήρξε το 1922 ο κατατρεγμός των Ελλήνων της Μικρασίας) και η μετοχή κατατρεγμένος, το οποίο έχει και την ειδικότερη σημασία του «άτυχου», του «κυνηγημένου» από τη μοίρα (π.χ οι κατατρεγμένοι Μικρασιάτες κατέφυγαν με την ψυχή στο στόμα στην ελεύθερη Ελλάδα / είναι φτωχός και κατατρεγμένος άνθρωπος)
7) επέρχομαι κατά τινος
Το ρήμα κατατρύχω σημαίνει καταπονώ, καταβασανίζω (π.χ. τον κατατρύχουν συνεχώς οι συμφορές / η ανέχεια κατατρύχει τους ανέργους / κατατρύχεται από το πάθος της εκδίκησης).
Φοίβος Ι. Πιομπίνος piombinos.com
Συντάκτης: New Generation Radio
COPYRIGHT 2020. NGRADIO
Σχολιάστε το άρθρο (0)