Φοίβος Πιομπίνος

Γλωσσικά τινα (Α’)

today1 Αυγούστου, 2013

Background
share close

Αλίμονο στη γλώσσα μας –στην οποιαδήποτε, θα έλεγα, γλώσσα– που αρχίζει να ενσωματώνει ξένες λέξεις χωρίς προηγουμένως να τις προσαρμόζει στη μορφολογική –συντακτική και γραμματική– ιδιαιτερότητά της ώστε τα ξένα αυτά λεκτικά δάνεια να αφο-μοιώνονται δημιουργικά από το πλουσιότατο λεξιλόγιό της.
Παλαιότερα, τα ξένα γλωσσικά δάνεια προσαρμόζονταν αυτομάτως στην ιδιομορφία των ελληνικών από τον λαό που αγνοούσε τις ξένες λέξεις και που εννοούσε να τα κλίνει όπως οποιαδήποτε άλλη ελληνική λέξη, δίνοντάς τους ελληνικές καταλήξεις. Έτσι είχαμε: τα καζίνα, το μπαράκι, ο σολίστας, του φαγκότου, το τρένο και λοιπούς τύπους, αλλά και τα ταξιά και τα στυλά που έκαναν, εμάς τους καθαρολόγους και γλωσσομαθείς, να καγχάζουμε υποτιμητικά με την αμορφωσιά του «λαουτζίκου» και να τον διορθώνουμε: τα ταξί, τα στυλό. Με τα χρόνια όμως και βοηθούσης της τηλεοράσεως, χάθηκε η αμάθεια, αλλά περίσσεψε δυστυχώς η ημιμάθεια. Έτσι φτάσαμε να χρησιμοποιούμε όλες ανεξαιρέτως τις ξένες λέξεις άκλιτες, ακόμα και όταν είχε καθιερωθεί να τις κλίνουμε (βλ. π.χ. τα καζίνο) ή ακόμα και αν υπάρχει το ελληνικό ή έστω το εξελληνισμένο αντίστοιχό τους (βλ. π.χ. το «γκρι» αντί το «γκρίζο» ή εκείνο το φρικαλέο κατασκεύασμα «ρετροσπεκτίβα», που θυμίζει σοσιαλιστικό ρεαλισμό, αντί της ωραιότερης λέξης «αναδρομική»). Έτσι καταντήσαμε να ακούμε τις βαρβαρότατες γενικές κλίσεις: της Καλιφόρνια, της Αριζόνα, της Φιλαδέλφεια (ελληνικότατη κατά τα άλλα λέξη), της Ρόζα, της Λουίζα, της Ιζαμπέλα (εφόσον πρόκειται για ονόματα ξένων γυναικών), αλλά και της –έλεος πια!- Μαρία Κάλλας. Από την άλλη, σαν να μην έφτανε αυτός ο βομβαρδισμός, πολλές ξένες λέξεις αρχίσαμε να τις κλίνουμε όπως αυτές κλίνονται στη γλώσσα τους (βλ. π.χ. τα σιντίς, τα κλαμπς, τα σουπερμάρκετς, τα φόρα). Το Τρίτο Πρόγραμμα της Ελληνικής Ραδιοφωνίας μάς έχει κυριολεκτικά τρελάνει με όρους όπως: τα κοντσέρτι, τα σόλι, τα ντουέτι, του Μιλάνο κ.ά. Εξάλλου, οι λατινικοί όροι διαβάζονται αβασάνιστα με αμερικανική προφορά (βλ. π.χ. τα μασμέντια που κατάντησαν μίντια).
Επίσης, στο σχολείο μαθαίνουμε πως οι ξένες λέξεις που υιοθετούνται από τη γλώσσα μας ως έχουν, δηλαδή με άκλιτη μορφή, είναι γένους ουδέτερου. Τώρα όμως τους δίνουμε το γένος που έχουν στη γλώσσα τους ακόμη κι αν το αγνοούμε (βλ. π.χ. η παμπ, και εκείνο το ανεκδιήγητο η φουάρ). Τις σκέψεις αυτές μού τις γέννησε ένα άρθρο που διάβασα πρόσφατα στην Κυριακάτικη «Καθημερινή» με τον τίτλο: «Η Πορτοκαλί Επανάσταση». Σκέφτηκα πως θα πρέπει να ήταν τυπογραφικό λάθος, αλλά διαψεύστηκα όταν μέσα στο ίδιο άρθρο διάβασα για την επέτειο από την «Πορτοκαλί Επανάσταση» και πιο κάτω τη γενική «της Πορτοκαλί Επανάστασης», έτσι για να μου φύγει η παραμικρή αμφιβολία ότι δεν ήταν αυτή η πρόθεση του δημοσιογράφου. Άλλωστε, τον ίδιο όρο συνάντησα και σε άλλα έντυπα. Τελευταία μάλιστα άκουσα στο ραδιόφωνο εκφωνητή να κάνει λόγο για «τις πορτοκαλί ανταύγειες» και για «τους βυσσινί παίκτες» της Λάρισας. Έλεος πια! Τι θα λένε άραγε για όλα αυτά οι θαλασσιές οι χάντρες, τα μαβιά δειλινά, οι καφετιές αρκούδες, οι βυσσινιές μπλούζες και οι γκρίζες ζώνες; Και πώς να ξεχαστεί ο «Πορτοκαλής Ήλιος» που χρόνια ολόκληρα μάς ταξίδευε στα νησιά του Αργοσαρωνικού;
Φοίβος Ι. Πιομπίνος

Συντάκτης: Φοίβος Πιομπίνος

Rate it

Σχολιάστε το άρθρο (0)

Αφήστε το σχόλιό σας

Το email σας δεν θα δημοσιευθεί. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *


[wpens_easy_newsletter firstname="no" lastname="no" button_text="Εγγραφή"]

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

0%