Κείμενα

Γλωσσικά τινά (ΟΣΤ’): τα ομόηχα ρήματα «γλείφω» και «γλύφω»

today1 Αυγούστου, 2013

Background
share close

Τα ομόηχα ρήματα γλείφω και γλύφω διαφέρουν σημασιολογικά, αφού ετυμολογούνται από άλλη ρίζα.
Το γλείφω προκύπτει από το αρχαίο εκλείχω, από το οποίο προκύπτει και η λέξη λειχούδης, και σημαίνει 1. περνώ, σύρω τη γλώσσα μου πάνω σε κάτι (π.χ. ο σκύλος έγλειφε την πληγή του / το παιδί έγλειφε λαίμαργα το παγωτό του) 2. απομακρύνω κάτι με τη γλώσσα (π.χ. έγλειψε τη σοκολάτα από τα χείλη του) 3. μτφρ για κύματα καί φλόγες (π.χ. τα κύματα γλείφουν αενάως τους βράχους / οι φλόγες άρχισαν να γλείφουν τα πρώτα σπίτια του χωριού) 4. μτφρ για κάποιον που μιλάει καί συμπεριφέρεται σε κάποιον άλλο με κολακευτική δουλοπρέπεια, επιδιώκοντας την εύνοιά του (π.χ. γλείφει συνέχεια τον προϊστάμενό του μπας και καταφέρει να προαχθεί υπηρεσιακά).
Το γλύφω σημαίνει λαξεύω σε σκληρή ύλη και είναι συνώνυμο του σμιλεύω.

 

Φοίβος Ι. Πιομπίνος    piombinos.blogspot.gr

Συντάκτης: Φοίβος Πιομπίνος

Rate it

Σχολιάστε το άρθρο (0)

Αφήστε το σχόλιό σας

Το email σας δεν θα δημοσιευθεί. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *


[wpens_easy_newsletter firstname="no" lastname="no" button_text="Εγγραφή"]

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

0%