Κείμενα

Ορθογραφικά (Κ’): οι ομόηχες λέξεις «εξάρτηση», «εξάρτιση» και «εξάρτυση»

today2 Αυγούστου, 2013

Background
share close

Η λέξη εξάρτηση παράγεται από το ρήμα εξαρτώ και σημαίνει: 1. τη σχέση κατά την οποία κάποιος/κάτι βρίσκεται υπό τον έλεγχο, την κυριαρχία άλλου και δεν μπορεί να δράσει ή να υπάρξει αυτόνομα (π.χ. η εξάρτησή της από τον άντρα της την κατέστησε άβουλο όργανό του / η εξάρτησή του από τη μητέρα του δεν τού επέτρεψε ν’ ανοίξει τα φτερά ώστε να αυτονομηθεί) 2. τη σχέση υποταγής (π.χ. πάντοτε η χώρα μας βρισκόταν σε σχέση εξάρτησης από τις εκάστοτε Μεγάλες Δυνάμεις) 3. τη σχέση αιτίας-αποτελέσματος (π.χ. το εμπόριο και η κατανάλωση βρίσκονται πάντοτε σε σχέση αμοιβαίας εξάρτησης) 4. τoν παθολογικό εθισμό σε βλαβερές για τον οργανισμό ουσίες (π.χ. έχει πάθει εξάρτηση από την ηρωίνη) 5. το κρέμασμα αντικειμένου σε σημείο που προεξέχει (π.χ. η εξάρτηση ενός βάρους από σταθερό σημείο) 6. ΑΘΛ. την αιώρηση του σώματος από μονόζυγο ή δίζυγο μόνο με τά χέρια ή και με τα σκέλη
Η λέξη εξάρτιση προκύπτει από το ρήμα εξαρτίζω και σημαίνει τον εφοδιασμό/εξοπλισμό πλοίου με τα απαραίτητα για την πλεύση του.
Η λέξη εξάρτυση είναι παράγωγο του ρήματος εξαρτύω και αναφέρεται στο σύνολο των ατομικών ειδών (ζωστήρας, φυσιγγιοθήκες, ατομικό σακίδιο, παγούρι κ.λπ.) που φέρει ο στρατιώτης κατά την εκτέλεση πορείας εκστρατείας. Γενικότερα δηλώνει το σύνολο των εξαρτημάτων που φέρει κάποιος κατά την εκτέλεση συγκεκριμένης εργασίας (π.χ. η εξάρτυση των δυτών περιλαμβάνει μάσκα, αναπνευστήρα, φιάλη οξυγόνου κ.ά.).

Φοίβος Ι. Πιομπίνος  piombinos.blogspot.gr

 

Συντάκτης: Φοίβος Πιομπίνος

Rate it

Σχολιάστε το άρθρο (0)

Αφήστε το σχόλιό σας

Το email σας δεν θα δημοσιευθεί. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *


[wpens_easy_newsletter firstname="no" lastname="no" button_text="Εγγραφή"]

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

0%